Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ του Κώστα Σπανού

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ
του Κώστα Σπανού
Ο μύθος, όπως έγραψε ο καθηγητής Κακριδής, έχει ως πρώτη πηγή του τις αναγκαίες αντιδράσεις τής συνείδησης μπροστά στο άγνωστο, το οποίο θέλει να εννοήσει και μέσα στο οποίο θέλει να ενεργήσει.
Η συνείδηση, συνθέτοντας άλογα και λογικά στοιχεία κατά παράκληση των φυσικών νόμων, δημιουργούσε έναν άλλο κόσμο, όχι σαν αυτόν που ζούσαν οι άνθρωποι. Οι αρχαίοι Έλληνες, δίνοντας διέξοδο στους πόθους τους και θέλοντας να ξεπεράσουν τους φόβους τους, έπλασαν με τους μύθους τούς θεούς και τους ήρωές τους. Η δημιουργία αυτή δεν έγινε σε σύντομο χρόνο. Χρειάσθηκε πολύ χρόνο, για να συλληφθεί, να πλαστεί και να κυκλοφορήσει από το στόμα του δημιουργού στους αποδέκτες του, να γίνει αποδεκτή η δημιουργία και σιγά-σιγά να καθιερωθεί σε μία μικρή, αρχικά, κοινωνία και στη συνέχεια σε ένα ευρύ περιβάλλον.
Μέσα στα δημιουργήματα της λαϊκής φαντασίας, ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο απο-τελεί η θεϊκή και η ηρωική μυθολογία, δηλαδή η αναφορά στη ζωή των θεών που λάτρευαν και των ηρώων, για τους οποίους πίστευαν ότι έδρασαν σε πολύ παλιά χρόνια, ξεχωρίζοντας με την παλικαριά τους στους πολέμους, τους οποίους έκαναν εναντίον διάφορων εχθρών. Oι αρχαίοι Έλληνες, λοιπόν, έπλασαν αναρίθμητους μύθους για να εξυμνήσουν τους θεούς τους και για να τραγουδήσουν τη δόξα των ηρώων τους.
Οι Έλληνες κατόρθωσαν να κάνουν τον μύθο τους άξιο να εκφράσει τους στοχασμούς και τα αισθήματά τους, προπαντός τα ιδανικά τους. Στον μύθο ένας λαός προβάλλει τους πόθους και τα όνειρά του, καθώς διαπιστώνει πως στη ζωή οι πόθοι αυτοί συναντούν ανυπέρβλητα εμπόδια. Στον μύθο η φαντασία είναι ελεύθερη να δώσει υπόσταση σε ό,τι ο άνθρωπος θα ήθελε πραγματικά να είναι, αλλά δεν το μπορεί.
Ο ελληνικός μυθικός κόσμος προβάλλει για πρώτη φορά λίγο μετά τα μέσα του 8ου αι. π.Χ., με την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Χρειάσθηκαν, όμως, να περάσουν πολλοί αιώνες για να περάσει ο μύθος από το στόμα του λαού στο στόμα των αοιδών. Από τότε μέχρι το τέλος του αρχαίου κόσμου, ο ελληνικός μύθος δουλεύεται και ξαναδουλεύεται χωρίς διακοπή. Αμέτρητοι ποιητές, γνωστοί και άγνωστοι, διάσημοι και άσημοι, λυρικοί και δραματικοί, σμιλεύουν τις μορφές των θεών και των ηρώων, για να προβάλλουν όλο και περισσότερες πλευρές της ζωής και του ήθους τους.
Ο μύθος για 1.500 χρόνια ζει στην Ελλάδα, γαλουχεί γενεές και γενεές και εμπνέει καλλιτέχνες όπως τον Πολύκλειτο, τον Φειδία, τον Πραξιτέλη, τον Σκόπα και τον Λύσιππο, που σμιλεύουν τις μορφές των θεών και των ηρώων.
Το κύριο γνώρισμα του ελληνικού μύθου είναι το πλήθος των θεών και των ηρώων του. Ο πολυθεϊσμός της ελληνικής θρησκείας είναι γνωστός, οι ήρωες όμως είναι ασύγκριτα περισσότεροι. Γύρω στις 6.000 μυθικά ονόματα αναφέρουν οι γραπτές πηγές, καθώς πολλά ονόματα δίνονται σε περισσότερα από ένα πρόσωπα.
Ένα σημαντικό στοιχείο των μύθων είναι η υποδειγματική τάξη. Η Θεογονία του Ησιόδου παρουσιάζει τους θεούς, από τους πιο μεγάλους μέχρι τους πιο μικρούς, οργανωμένους σε ένα αυστηρό γενεαλογικό σύστημα. Το ίδιο ισχύει και για τους ήρωες. Στην Ιλιάδα μάς εντυπωσιάζει με πόση γνώση, βεβαιότητα και συνέ-πεια χειρίζεται ο ποιητής αυτό το μυθολογικό σύστημα.
Με βάση την Ιλιάδα, αλλά και την Οδύσσεια, όπου ο ποιητής δεν πλάθει αυθαίρετα την υπόθεση και τα πρόσωπα του έργου, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορεί να επινόησε ο Όμηρος όλα αυτά τα πρόσωπα, όλα τα πρόσωπα των ηρώων και των συγγενών τους. Και όχι μόνο αυτό, αλλά η αναφορά των προσώπων με τις γενεαλογίες τους είναι εντυπωσιακή: ο Αχιλλέας π.χ. είναι γιος του Πηλέα και εγγονός του Αιακού και ο Νεοπτόλεμος γιος δικός του, και δεν είναι τυχαία η αναφορά των δικών του. Στον μύθο, επίσης, του Οιδίποδα αναφέρεται ο παππούς του Λάβδακος, ο πατέρας του Λάιος και ένα-ένα τα παιδιά του. Όλα είναι δοσμένα με τάξη και τίποτα δεν είναι γέννημα της τύχης. Οι μελετητές του Ομήρου λένε ότι δεν αφήνει κανέναν ήρωά του αγενεαλόγητο.
Κατά τον Μάρτιν Νίλσον, οι μεγάλοι μυθολογικοί κύκλοι σχηματίσθηκαν, στο γενικό τους, τουλάχιστο, περίγραμμα, στα μυκηναϊκά ήδη χρόνια. Κατά τον Κακριδή, οι Έλληνες της υπομυκηναϊκής και της πρωτογεωμετρικής εποχής κληρονόμησαν πολλούς μύθους και παραδόσεις από τις παλιότερες γενεές.
Οι θεοί και οι ήρωες των ελληνικών μύθων είναι ανθρωπόμορφοι, ωραίοι και ζουν στο φως. Οι θεοί του Ολύμπου δεν είναι άυλοι. Τους φαντάζονταν με ανθρώπινο σώμα, όμως με πολύ μεγάλη δύναμη, αγέραστους και αθάνατους, απαλλαγμέ-νους από τις σωματικές και τις ψυχικές δοκιμασίες των θνητών. Οι ήρωες είναι άνθρωποι, κατά πολύ ανώτεροι από τους κοινούς θνητούς, διακρίνονται για το φιλότιμο, μοιράζονται με τους κοινούς θνητούς τις χαρές και τις λύπες της ζωής κι έχουν ίδια με εκείνους πάθη. Όπως πολέμησαν οι θεοί με τους Τιτάνες, έτσι πολεμούσαν και οι ήρωες για κάποιον καλό σκοπό. Οι μυθοπλάστες έκαναν τους θεούς τους όμορφους όχι επειδή και οι ίδιοι ήταν όλοι τους όμορφοι, αλλά επειδή ό,τι δεν μπορούσαν να το χαρούν πάντοτε στην πραγματικότητα το πρόβαλλαν στον ιδανικό κόσμο του μύθου.
Για τις γυναίκες θεές, όπως και για τις θνητές, η έξαρση της ομορφιάς και του κάλλους είναι μία από τις κύριες αρετές τους. Κλασικά παραδείγματα η Ελένη του τρωικού πολέμου, η Ναυσικά, η Καλυψώ κ.ά. Η ολοένα πιο έντονη προβολή της γυναίκας βοήθησε τον ελληνικό μύθο να υψωθεί σε πιο φιλάνθρωπους κόσμους. Αυτό, βέβαια, σημειώθηκε μεταγενέστερα όταν ο μυθοπλάστης άρχισε να μην δίνει πάντα την προτεραιότητα στον άνδρα.
Για τους Έλληνες, μέχρι το τέλος του 5ου αι. π. Χ., η μυθολογία είναι η πραγματική ιστορία των απόμακρων προγόνων τους. Από την εποχή αυτή και μετά, αργά στην αρχή και πιο πυκνά αργότερα, οι συγγραφείς μετασχηματίζουν τον μύθο και γράφουν πια ιστορικά γεγονότα, μη δίνοντας ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτόν.
Την πίστη των αρχαίων ότι ο μύθος αποδίδει αναλλοίωτα την παλιά τους ιστορία δεν την συμμερίζονται οι σύγχρονοι μελετητές. Παρόλο αυτά όμως, ο μύθος δεν είναι παντελώς άσχετος με κάποιο ποσοστό ιστορικής πραγματικότητας. Το γεγονός ότι ο ελληνικός μύθος επέζησε για πολλούς αιώνες, σημαίνει ότι οι ψηφίδες της ιστορίας τις οποίες εμπεριείχε έθελγαν τους αρχαίους και δεν ήθελαν να τους αποχωριστούν, ακόμα και όταν οι συγγραφείς της κλασικής εποχής άρχισαν να τους αποχωρίζονται.
Σημαντικά ονόματα της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας συνέλλεξαν διάφορους μύθους και τους άφησαν κληρονομιά στην ανθρωπότητα, όπως ο Ησίοδος, ο Απολλόδωρος, ο Υγίνος, ο Φερεκύδης, ο Απολλώνιος ο Ρόδιος και οι μεταγενέστεροι σχολιαστές τους.
Μεταξύ των πολλών μύθων συγκαταλέγεται και αυτός του Ασκληπιού. Η πλοκή του μύθου, λίγο ως πολύ, είναι γνωστή. Ο Απόλλωνας ενώθηκε με την Κορωνίδα, την κόρη του βασιλιά της Λακέρειας Φλεγύα, και από την ένωσή τους αυτή γεννήθηκε ο Ασκληπιός, λίγο πριν η μητέρα του καιεί πάνω στη νεκρική πυρά. Ο Απόλλωνας άρπαξε το μωρό μέσα από τις φλόγες και το εμπιστεύθηκε στον Κένταυρο Χείρωνα να το μεγαλώσει. Ο Ασκληπιός μεγάλωσε στο Πήλιο και ο Κένταυρος Χείρωνας του έμαθε να γιατρεύει κάθε αρρώστια και κάθε πληγή.
Μεγαλώνοντας ο Ασκληπιός έγινε ένας σπουδαίος γιατρός και το όνομά του ε-ξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Αμέτρητοι ασθενείς και λαβωμένοι τον επισκέπτονταν για να τους κάνει καλά. Είχε πάρει τόση δόξα και είχε τελειοποιηθεί τόσο ως θεραπευτής, ώστε θέλησε να αναστήσει και νεκρούς. Αυτό, όμως, ήταν ύβρις για τους αρχαίους, αλαζονεία μεγάλη, και γι’ αυτό ο Δίας τον σκότωσε με ένα αστροπελέκι.
Ο Ασκληπιός, αρχικά, ήταν μία δαιμονική ύπαρξη του κάτω κόσμου, με έμβλημα το φίδι, και αργότερα εξελίχθηκε σε θεραπευτή θεό. Ανήκε στην κατηγορία εκείνη των υποχθόνιων θεοτήτων που εξουσίαζαν τον θάνατο, αλλά ήταν μειλίχιες θεότητες οι οποίες κάμπτονται με τη λατρεία και μπορούν να αναβάλουν τον θάνατο και να παρατείνουν τη ζωή των ανθρώπων. Ο δεσμός του Ασκληπιού με τον κάτω κόσμο εκφραζόταν μέχρι το τέλος της Αρχαιότητας με το φίδι, το οποίο οι γλύπτες και οι ζωγράφοι επικράτησε να το παρουσιάζουν ελισσόμενο στη βακτηρία του.
Η φήμη του Ασκληπιού υπήρξε πολύ μεγάλη και γι’ αυτό τον διεκδικούσαν και άλλες περιοχές. Μυθοπλάστες, λοιπόν, άλλων περιοχών τροποποίησαν τον αρχικό μύθο και τον προσάρμοσαν στα δικά τους μέτρα. Έτσι, σε μία παραλλαγή του μύ-θου, ο Ασκληπιός γεννήθηκε στη Μεσσηνία, όπου και βασίλεψε, και σε μία άλλη ότι γεννήθηκε στην Επίδαυρο. Σε όλες, όμως, τις παραλλαγές οι γονείς του είναι η Κορωνίδα και ο Απόλλωνας.
Μετά την κλασική εποχή δημιουργήθηκαν Ασκληπιεία σε πολλά μέρη της Ελλάδας, στα οποία συνέρρεαν πολλοί ασθενείς για να βρουν την υγεία τους. Παράλληλα εξαπλώθηκε και η λατρεία του η οποία κορυφώθηκε στους τελευταίους αιώνες της Αρχαιότητας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) Ι. Θ. Κακριδής (γενική εποπτεία), Ελληνική Μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1986, τ. 1-5.
2) Μ. Νilsson (μετ. Ι. Θ. Κακριδής), Ελληνική Λαϊκή Θρησκεία, Αθήνα 1953.
3) Νικόλαος Παπαχατζής, Η Θρησκεία στην Αρχαία Ελλάδα, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1987.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το "κάτι" που μένει...