Είχα έναν καφενέ, πράγματι...
Δεν μπορώ να το πιστέψω ακόμα, νομίζω πως αφορά μια άλλη Κατερίνα και όχι εμένα.
Παλιά πληγή, βαθιά πληγή, γι' αυτό και δεν το άγγιζα τόσα χρόνια το θέμα.
Πονούσε πολύ, μάτωνα κάθε φορά που πέρναγα από κει.
Δεν είναι λίγες οι φορές, που άλλαζα δρόμο.
Κι αν πέρναγα, γιατί ήταν φορές που έπρεπε, πάντα ήταν κυνηγημένα.
Δεν τ' άντεχα, όσο κι αν συμπαθούσα την προηγούμενη κυρία την Μαρία, που το παρέλαβε μετά από μένα. (Κι εκείνη πέρασε πολλά και δεν πήρε τ' απάνω του το μαγαζί.)
Μαρία λένε και τη νέα κάτοχο του καφενέ, συμπαθέστατη κυρία κι αυτή!
... Προχθές, ημέρα Τρίτη, περνούσα από κει και μόλις είδα απ' την γωνία τα λουλούδια, αναθάρρησα!
Σκίρτησε η ψυχή μου, σα να έφυγε ξαφνικά το κακάδι της πληγής μου και πέρασα από κει, πολύ αλλιώς!
Χάρηκα, μα χάρηκα τόσο πολύ! Σα να ξαναγγενήθηκα!
Τα λουλουδάκια, τα τραπεζάκια.... για μια στιγμή, νόμιζα πως ήταν τα "χνάρια" μου! Πως ξύπνησα από ένα όνειρο, κι έπρεπε να πάω για δουλειά!
Πήγα σαν σίφουνας... Αγκαλιές, φιλιά, γνωστοί, σταθεροί πελάτες, πεντακάθαρο και με γούστο το μαγαζάκι, ήθελα να κλάψω από χαρά, μα δε γινόταν! Είχε προβάλει η μεγάλη από μέσα χαρά...
Γελούσε, ήταν χαρούμενη η καρδιά μου!
Εξομολογήθηκα στα νέα αφεντικά τι με πονούσε και πόσο είχα κλάψει σ' αυτό το μαγαζί...
Ο ξαφνικός θάνατος του φίλου Νίκου, του πρώτου αφεντικού, οι δύσκολες μετά συνθήκες... με κατάλαβαν, γιατί δεν πήγαινα τόσον καιρό.
Τα λουλουδάκια ήταν που με τράβηξαν... (Δεν τους το είπα.) Αυτά πετάξαν μακριά το κακάδι...
Την άλλη μέρα, αν και τέζα, πήγα για καφέ! Δεν είχε τραπέζι και κάθισα στο άσπρο, της υπηρεσίας... (του σπιτιού μου).
Χαρούμενη, τόσο πολύ!
Πήγα τουαλέτα, να δω τις αλλαγές του τώρα, με του τότε...
Τα αυτοκόλλητά μου ήταν εκεί, μόνο που το πράσινο είχε γίνει μπλε.
Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη που άλλοτε τρόμαζα με τα κλαμμένα μου μάτια...
Είδα την κατά τρία μεγαλύτερη γυναίκα απέναντι να χαμογελάει και την έψαξα...
Πέρασε άλλα, πολύ χειρότερα από τότε.
Της χαμογέλασα κι εγώ.
Βγήκα χαρούμενη και είπα στον Χρήστο, στον άντρα της Μαρίας:
"Θα πάρω την μηχανή μου! Θέλω να φωτογραφήσω τον καθρέφτη!Μπορώ;"
Δεν του είπα τίποτα, για την γυναίκα φάντασμα του καθρέφτη...
Έτσι κι αλλιώς, ο καθρέφτης ήταν το κυρίως θέμα. Δεν είχα ξεφύγει.
Ευχήθηκα στα παιδιά "ΚΑΛΕΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ"! ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ!!!
Επιτέλους, αυτός "Ο ΚΑΦΕΝΕΣ" βρήκε τα σωστά αφεντικά και θα μπορέσει να ορθοποδήσει!
Όλη η οικογένεια συμμετέχει και βοηθάει σ' αυτό!
Όλοι μαζί, χωρίς να διαλύεται το σπίτι, με πρόγραμμα και με ωράρια!
Όχι Πρωτοχρονιές κι αργίες, που έτρεχα εγώ, μη μείνουν άστεγοι οι φίλοι - πελάτες!
Όχι 24 ώρες, ανάλογα τα κέφια των φίλων, γιατί έτσι, δε βγαίνει μαγαζί!
... "Ναι. Αν ξαναγινόμουνα νύφη, θα ήξερα να καμαρώσω!"
Γι' αυτό λένε: "Κάθε άνθρωπος, στη θέση του! Στη σωστή δουλειά!"
Δεν έκανα για αφεντικό, ούτε ο γιος μου! Κοινωνικό καφενείο το είχαμε κάνει, και δεν είχαν έρθει ακόμα οι τώρα δύσκολες εποχές!
Πεινούσαν, εκεί! Διψούσαν, εκεί! Τουαλέτα, εκεί! Βερεσέ και χαρισμένα, εκεί! Χαμηλότερες τιμές; Αμέσως! "Να σας φέρω ένα νερό και πέντε ποτήρια, πέντε τετράγωνα μακριά; Αμέσως!"
Και να, τα δάνεια, εγώ! Και να οι διακοσμήσεις!
Εμ! Τα λάθη μου!
ΟΜΩΣ, χάρηκα τόσο πολύ που το είδα όρθιο αυτό το μαγαζί, λες κι έχω δεθεί με τους τοίχους του, τα δάπεδά του, τα ταβάνια του!
Σαν να 'ναι πατρίδα, κομμάτι γης, πονεμένο, μα τόσο αγαπημένο!
Έχω κλάψει, πολύ, μα πάρα πολύ, γι' αυτό το μαγαζί!
Τώρα όμως, ήρθε η ώρα να το χαρώ και να "γελάσει" η ψυχή μου, βλέποντάς το να ζωντανεύει, όπως του πρέπει και του αξίζει!
Η Μαρία κάνει πεντανόστιμους μεζέδες και καφέδες!
Στηρίξ' τε το, αυτό το μαγαζί, Βολιώτες!
Αξίζει!!!
"Ο ΚΑΦΕΝΕΣ"
Κουταρέλια με Ιάσωνος, Βόλος
Υγ. Μπορεί να απαρνήθηκα το θέμα βιβλίο, όμως, κάποτε, λίγες σελίδες... θα "αεριστούν" απ' τα ημερολόγιά μου, γιατί το καφενείο είναι μεγάλο Σχολείο. Με δίδαξε πολλά. Αφάνταστα πολλά!
Ήταν στο πεπρωμένο μου να πάρω αυτά τα μαθήματα και ... αν και πόνεσα πολύ, ξεχωρίζω πολύ αυτό το κεφάλαιο ζωής!
ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΟ, κι ας φαίνεται θαμμένο...