...Ήμουνα στο μπαλκόνι της Ελπίδας, καθάριζα τις σκατούλες της, όταν άκουσα ένα γνωστό, πουλίσιο, σφύριγμα.
Κάτι σα "ψιτ", που τ' ακούω συνήθως, στην αυλή, στο χωριό.
Ανασηκώθηκα...
Κοίταξα δω, κοίταξα κει, κοίταξα πέρα, πάνω στα δέντρα, κάτω στον κήπο, λίγο πιο δω, λίγο πιο κει, λίγο πιο αριστερά, ένα κάτι δεξιά, το σφύριγμα είχε σταματήσει.
Το πουλάκι είχε σωπάσει, ίσως, βλέποντας την προσπάθειά μου να το δω.
Ήταν κρυμμένο στο μισάνοιχτο χαλασμένο παντζούρι του σπιτιού της, είχε ακόμα το δάχτυλο στο στόμα, σταμάτησε ν' ακούσει τ' άλλα παιδάκια που έπαιζαν μέσα απ' τα κάγκελα της αυλής τους, αν και μακριά, αντάμωσαν οι ματιές μας, χαμογελάσαμε και οι δυο, μα εγώ, δεν άντεξα...
Άφησα στη μέση την "περιποίηση" της γάτας μου, της Ελπίδας, γεμάτη τύψεις, όχι για τα ανύπαρκτα δικά μου κάγκελα, αλλά για τα υπαρκτά, αόρατα δικά της...
Και μετά, μόλις μπήκα μέσα, το πουλί κορίτσι, άρχισε πάλι να σφυρίζει: "Ψιτ, ψιτ..."
Τ' άλλα τα παιδάκια παίζουν και γελάνε, η Ελπίδα ξάπλωσε δίπλα μου στην καρέκλα και η ζωή, συνεχίζεται...
Ένα "ψιτ", ακούγεται, πάλι, αυτό είναι σίγουρα... πουλίσιο, όχι, δε θα βγω να δω, γιατί μπορεί να είναι πάλι, το κοριτσάκι, τ' άλλο πουλί, το χωρίς "σπίρτα"...
Αν η ψυχή είχε φωνή, κι αν κελαιδούσε, κι αν ακούγαμε όλοι μας τι θέλει να πει, ίσως αποκτούσαμε και "μουσικό αυτί"!
Μα τόσες πέτρες, σα να είναι αμμουδιά, πώς βρεθήκανε στην γειτονιά μου;
Σάββατο μεσημέρι 22/11/14 ώρα 2παρά με 2 και 4
Κάτι σα "ψιτ", που τ' ακούω συνήθως, στην αυλή, στο χωριό.
Ανασηκώθηκα...
Κοίταξα δω, κοίταξα κει, κοίταξα πέρα, πάνω στα δέντρα, κάτω στον κήπο, λίγο πιο δω, λίγο πιο κει, λίγο πιο αριστερά, ένα κάτι δεξιά, το σφύριγμα είχε σταματήσει.
Το πουλάκι είχε σωπάσει, ίσως, βλέποντας την προσπάθειά μου να το δω.
Ήταν κρυμμένο στο μισάνοιχτο χαλασμένο παντζούρι του σπιτιού της, είχε ακόμα το δάχτυλο στο στόμα, σταμάτησε ν' ακούσει τ' άλλα παιδάκια που έπαιζαν μέσα απ' τα κάγκελα της αυλής τους, αν και μακριά, αντάμωσαν οι ματιές μας, χαμογελάσαμε και οι δυο, μα εγώ, δεν άντεξα...
Άφησα στη μέση την "περιποίηση" της γάτας μου, της Ελπίδας, γεμάτη τύψεις, όχι για τα ανύπαρκτα δικά μου κάγκελα, αλλά για τα υπαρκτά, αόρατα δικά της...
Και μετά, μόλις μπήκα μέσα, το πουλί κορίτσι, άρχισε πάλι να σφυρίζει: "Ψιτ, ψιτ..."
Τ' άλλα τα παιδάκια παίζουν και γελάνε, η Ελπίδα ξάπλωσε δίπλα μου στην καρέκλα και η ζωή, συνεχίζεται...
Ένα "ψιτ", ακούγεται, πάλι, αυτό είναι σίγουρα... πουλίσιο, όχι, δε θα βγω να δω, γιατί μπορεί να είναι πάλι, το κοριτσάκι, τ' άλλο πουλί, το χωρίς "σπίρτα"...
Αν η ψυχή είχε φωνή, κι αν κελαιδούσε, κι αν ακούγαμε όλοι μας τι θέλει να πει, ίσως αποκτούσαμε και "μουσικό αυτί"!
Μα τόσες πέτρες, σα να είναι αμμουδιά, πώς βρεθήκανε στην γειτονιά μου;
Σάββατο μεσημέρι 22/11/14 ώρα 2παρά με 2 και 4
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το "κάτι" που μένει...